- μηλοροδακινιά
- ηποικιλία τού δένδρου ροδακινιά που παράγει καρπούς λείους και όχι χνουδωτούς.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
νεκταρινιά — η [νεκταρίνι] (γεωπ·) κοινή ονομασία ποικιλίας ροδακινιάς, τής οποίας οι καρποί έχουν λεία επιδερμίδα χωρίς χνούδι, αλλ. μηλοροδακινιά … Dictionary of Greek